κοσμοχημεία

κοσμοχημεία
Επιστημονικός όρος, με τον οποίο δηλώνεται οτιδήποτε έχει σχέση με τη χημεία, όταν το πεδίο έρευνάς της είναι ο κοσμικός χώρος και τα ουράνια σώματα. Είναι αντίστοιχη με τη γεωχημεία, το πεδίο έρευνας της οποίας είναι η Γη. Η κ. μελετά τη χημική σύσταση και την κατανομή των χημικών στοιχείων στην επιφάνεια των αστέρων, στην ατμόσφαιρά τους –όπου υπάρχει– και στον αστρικό χώρο γενικότερα. Ερευνά επίσης τις συνθήκες που επικρατούν στον κοσμικό χώρο σε σχέση με την κοσμική ακτινοβολία. Αυτός ο επιστημονικός κλάδος σχετίζεται και με τον νεότερο κλάδο της εξωβιολογίας, ταυτόσημο με εκείνον της κοσμοβιολογίας ή βιολογίας του Διαστήματος, ο οποίος μελετά τις δυνατότητες ύπαρξης έμβιων όντων στους αστέρες, καθώς και τις δυνατότητες του ανθρώπου να ζήσει στο Διάστημα.
* * *
η
αστρον. επιστημονικός τομέας που έχει ως αντικείμενο τη μελέτη τών χημικών φαινομένων τα οποία συντελούνται στον κοσμικό χώρο και στα ουράνια σώματα που αυτός περιλαμβάνει.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. cosmochimie < cosm(o)- (πρβλ. κοσμ[ο]- < κόσμος) + chimie (< χημεία)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κοσμ(ο)- — (ΑM κοσμ[ο] ) α συνθετικό πολλών λέξεων τής Ελληνικής που δηλώνει: 1. το σύνολο τών ανθρώπων, την οικουμένη (πρβλ. κοσμοκράτης, κοσμοξακουσμένος): 2. την επίγεια ζωή (πρβλ. κοσμόβιος, κοσμοκαλόγερος) 3. το σύμπαν, το στερέωμα, το διάστημα (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”